Η επιβάρυνση του σαγχαρώδη διαβήτη και της παχυσαρκίας στην έκβαση του νοσήματος | Παναγιώτης Χαλβατσιώτης

Αρχές του χρόνου ένας νέος ιός που προκαλεί σοβαρή πνευμονική λοίμωξη εντοπίστηκε στην πόλη Wuhan της Κίνας. Του δόθηκε το όνομα 2019-nCoV και ανήκει στην οικογένεια των κορονοϊών που είναι υπόλογοι για μια σειρά ζωονόσων. Τα πρώτα στοιχεία που δόθηκαν στην δημοσιότητα από τις Κινεζικές Υγειονομικές Αρχές περιέγραφαν μια αυξημένη θνητότητα και νοσηρότητα σε μεγαλύτερης ηλικίας άτομα και σε εκείνους που έπασχαν από χρόνια υποκείμενα νοσήματα. Όταν 2 μήνες αργότερα ο ιός έφτασε στην Ευρώπη και στην Αμερική τα πρώιμα στοιχεία έδειξαν ότι η νόσος στο δυτικό ημισφαίριο παρουσίαζε υψηλότερη επίπτωση και βαρύτερη εξέλιξη σε παχύσαρκα και διαβητικά άτομα. Για τον Ελληνικό χώρο τα μόνα διαθέσιμα στοιχεία προέρχονταν από τις ανακοινώσεις του ΕΟΔΥ και δεν μπορούσαν να καλύψουν πολλά από τα κλινικά ερωτήματα της επιστημονικής κοινότητας τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Υπήρχε μια αναγκαιότητα να γνωρίσουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νοσούντων στην Ελλάδα όπου η νόσος δεν επιβάρυνε τον πληθυσμό στον ίδιο βαθμό όπως για παράδειγμα στην Ιταλία ή και σε άλλες Χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχεδιάσαμε λοιπόν μια μελέτη που είχε σαν σκοπό την καταγραφή των επιδημιολογικών στοιχείων και της κλινικής εικόνας ασθενών με βαριά πνευμονία από κορωνοϊό που απαιτήθηκε να νοσηλευτούν σε μονάδες εντατικής θεραπείας. Καταγράφηκε η ηλικία, το φύλο, ο σωματότυπος, τα υποκείμενα νοσήματα, η παρουσία παχυσαρκίας, η βαρύτητα της αναπνευστικής τους ανεπάρκειας, τα συμπτώματα και η διάρκεια τους πριν την εισαγωγή, τα ευρήματα από τις αιματολογικές, βιοχημικές και ακτινολογικές τους εξετάσεις και βέβαια έγιναν στατιστικές αναλύσεις αξιολογώντας συσχετίσεις όλων των προαναφερθέντων με την τελική έκβαση της νόσησης. Στη μελέτη αυτή συμμετείχαν παρέχοντας ανώνυμα στοιχεία από τους ιατρικούς φακέλους 90 ασθενών τους οι Εντατικές Μονάδες των Νοσοκομείων ΑΧΕΠΑ, Γ.Παπανικολάου και Άγιος Δημήτριος Θεσσαλονίκης αλλά και των Νοσοκομείων Λάρισας, Ρίου-Πάτρας, της Ελευσίνας, του Ευαγγελισμού και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Αττικόν που ανέλαβε και τον συντονιστικό ρόλο. Στη μελέτη διερευνήθηκαν τα στοιχεία 90  ασθενών και αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι και σήμερα ο συνολικός αριθμός των ασθενών που νοσηλεύτηκαν σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας δεν έχουν ακόμη ξεπεράσει τους 190, τα αποτελέσματα της μελέτης μπορεί να θεωρηθούν απολύτως αντιπροσωπευτικά για τον Ελληνικό Χώρο γιατί και ο αριθμός τους ήταν στατιστικά επαρκής αλλά είχε και την απαραίτητη γεωγραφική κατανομή.

Από τα αποτελέσματα της μελέτης φάνηκε ότι ο βαρέως πάσχων από κορωνοϊό στην Ελλάδα με απόλυτη υπεροχή στους άνδρες σε ποσοστό 85%, έχει μια ενδιάμεση ηλικία 65-66 ετών με τον μεγαλύτερο να ευρίσκεται στην ηλικία των 86 ετών και τον νεότερο στα 42 έτη. Οι μεγαλύτεροι των 65 ετών αποτελούσαν το 50% των πασχόντων, ενώ οι νεότεροι των 55 ετών το 23,3% οι οποίοι όμως ήταν και οι πλέον υπέρβαροι. Τα εργαστηριακά τους ευρήματα ήταν τα ίδια που έχουν καταγραφεί διεθνώς χωρίς ηλικιακές διαφοροποιήσεις. Ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες που είχαν και τα περισσότερα υποκείμενα νοσήματα είχαμε βαρύτερη κλινική εικόνα στην αναπνευστική τους λειτουργία κατά την εισαγωγή, τουναντίον παρουσίαζαν βελτίωση κατά την νοσηλεία τους σε σύγκριση με την επιδείνωση που εμφάνιζαν οι νεότεροι. Η στατιστική επεξεργασία ανέδειξε ότι η ταυτόχρονη παρουσία πολλών προϋπαρχόντων χρόνιων νοσημάτων επιβάρυνε την έκβαση, τα καρδιαγγειακά όμως που τόσο έχουν ενοχοποιηθεί αλλά και η μεγάλη ηλικία, χωρίς άλλα σοβαρά νοσήματα, δεν αποτελούσαν αιτία θανάτου. Η παχυσαρκία όμως και ο διαβήτης ήταν αιτίες θανάτου ακόμα και στις νεότερες ηλικίες χωρίς την παρουσία άλλου χρόνιου νοσήματος. Σημειώνουμε ότι η μέση ηλικία εκείνων που επιβίωσαν χωρίς παχυσαρκία ήταν σημαντικά υψηλότερη από τους παχύσαρκους που τελικά νίκησαν τον θάνατο. Επίσης από τους ασθενείς που επιβίωσαν κατά τη μελέτη κανένας δεν είχε διαβήτη, ενώ από εκείνους που τελικά δεν τα κατάφεραν είχε ο 1 στους 3.  Τέλος, ο διαβήτης αποτελούσε σταθερό εύρημα ως ανεξάρτητη αιτία θανάτου σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Τα αποτελέσματα αυτά της μελέτης μας μπορεί να αποδέχονται κάποιους περιορισμούς γιατί δεν είχαμε χιλιάδες συμμετέχοντες όπως σε άλλες Χώρες, όπως επίσης και γιατί έγινε ένας αναδρομικός έλεγχος των στοιχείων ενώ δεν γνωρίζουμε και την τελική έκβαση της υγείας των ασθενών που δεν είχαν καταλήξει αλλά νοσηλεύονταν ακόμη όταν “κλείδωσε” η συλλογή των στοιχείων των ασθενών την 13η Απριλίου 2020. Εν τούτοις όμως είναι ενδεικτικά, έχουν αναλυθεί σε βάθος στατιστικά και αποτελούν τα μόνα που έχουν μέχρι και σήμερα δημοσιευτεί σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό για την Ελλάδα μετά από κρίση. Σημειώνεται ότι το Diabetes Research and Clinical Practice όπου δημοσιεύτηκε η μελέτη είναι το επίσημο όργανο της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Διαβήτη (International Diabetes Federation) που συμμετέχουν από τη Χώρα μας η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία, η Συνομοσπονδία Διαβητικών ασθενών αλλά και το Υπουργείο Υγείας. Η Ελλάδα έχει πάνω από ένα εκατομμύριο διαβητικούς, τα ποσοστά παχυσαρκίας των ενηλίκων είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη,  ενώ κατέχουμε και τα πρωτεία στην παιδική παχυσαρκία. Τα στοιχεία αυτά δεν πρέπει να μας οδηγούν μόνο σε ζοφερές σκέψεις αλλά σε μια αδήριτη ανάγκη να καταπολεμήσουμε τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και με προγράμματα πρόληψης από την Πολιτεία την παχυσαρκία και το διαβήτη που δεν αποτελούν πλέον κρυφούς κινδύνους της υγείας μας μόνο σε μια μακροπρόθεσμη θεώρηση αλλά δυστυχώς και για το άμεσο μέλλον μας.

Παναγιώτης Χαλβατσιώτης, Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας-Διαβήτη, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο “Αττικόν” & Επιστημονικός Υπεύθυνος Θεραπευτικής Άσκησης



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας αποδεχτείτε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την πολιτική cookie.